Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Το Γνωρίζατε;

Το Γνωρίζατε;

Το Γνωρίζατε;

Γιατί είπε ο Ιησούς ότι «κανείς δεν βάζει καινούριο κρασί σε παλιά ασκιά»;

Στους Βιβλικούς χρόνους συνήθιζαν να φυλάνε το κρασί σε σάκους από δέρμα ζώων, δηλαδή σε ασκιά. (Ιησούς του Ναυή 9:13) Τα ασκιά κατασκευάζονταν από ολόκληρη τη δορά αγροτικών ζώων όπως τα νεαρά ή ενήλικα κατσίκια. Για να κατασκευάσουν το ασκί, έκοβαν το κεφάλι και τα πόδια του νεκρού ζώου και έγδερναν προσεκτικά το κουφάρι του για να μη χρειαστεί να ανοίξουν την κοιλιά του. Στη συνέχεια υπέβαλλαν τη δορά σε βυρσοδεψική κατεργασία και έραβαν όλα τα ανοίγματα εκτός από το λαιμό ή ένα πόδι του ζώου, το οποίο άφηναν άρραφτο για να αποτελέσει το στόμιο του ασκιού. Αυτό το άνοιγμα το έκλειναν με πώμα ή το έδεναν με σπάγκο.

Καθώς ο καιρός περνούσε, το ασκί γινόταν σκληρό και έχανε την ελαστικότητά του. Επομένως, τα παλιά ασκιά ήταν ακατάλληλα για τη φύλαξη καινούριου κρασιού, το οποίο συνεχίζει να υφίσταται ζύμωση. Αυτή η ζύμωση πιθανόν να έσκιζε το σκληρυμένο δέρμα των παλιών ασκιών. Αντίθετα, τα καινούρια ασκιά διαστέλλονταν πιο εύκολα και μπορούσαν να αντέξουν την πίεση από τη συνεχιζόμενη ζύμωση του καινούριου κρασιού. Επομένως, ο Ιησούς ανέφερε κάτι που ήξεραν όλοι στην εποχή του. Είπε τι θα συνέβαινε αν κάποιος έβαζε καινούριο κρασί σε παλιά ασκιά: «Τότε το καινούριο κρασί θα σκίσει τα ασκιά, και αυτό θα χυθεί και τα ασκιά θα καταστραφούν. Αλλά το καινούριο κρασί πρέπει να μπαίνει σε καινούρια ασκιά».​—Λουκάς 5:37, 38.

Ποιοι ήταν οι “ξιφοφόροι” που αναφέρονται με αφορμή τη σύλληψη του Παύλου από τους Ρωμαίους;

Σύμφωνα με την αφήγηση των Πράξεων, στη διάρκεια μιας οχλοβοής που έλαβε χώρα στο ναό της Ιερουσαλήμ, κάποιος Ρωμαίος στρατιωτικός διοικητής έθεσε υπό κράτηση τον απόστολο Παύλο, νομίζοντας ότι ήταν ο αρχηγός μιας ομάδας στασιαστών αποτελούμενης από “τέσσερις χιλιάδες ξιφοφόρους”. (Πράξεις 21:30-38) Τι γνωρίζουμε για αυτούς τους ξιφοφόρους;

Η λέξη σικάριοι του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου προέρχεται από τη λατινική sicarii, η οποία σημαίνει «αυτοί που χρησιμοποιούν ξιφίδιο (sica)». Ο Φλάβιος Ιώσηπος, ιστορικός του πρώτου αιώνα, περιγράφει τους Σικάριους ως φατρία φανατικών Ιουδαίων πατριωτών, που ήταν άσπονδοι εχθροί της Ρώμης και επιδίδονταν σε οργανωμένες πολιτικές δολοφονίες.

Ο Ιώσηπος αφηγείται ότι οι Σικάριοι «σκότωναν ανθρώπους μέρα μεσημέρι καταμεσής στην πόλη. Οι γιορτές ήταν η αγαπημένη τους εποχή, επειδή μπορούσαν να ανακατεύονται με το πλήθος, ζωσμένοι μικρά ξίφη κάτω από τα ρούχα τους, με τα οποία χτυπούσαν τους εχθρούς τους». Όταν τα θύματά τους έπεφταν νεκρά, προσποιούνταν ότι αγανακτούσαν με τις δολοφονίες και έτσι απέφευγαν τις υποψίες. Ο Ιώσηπος προσθέτει ότι αργότερα οι Σικάριοι πρωτοστάτησαν στην εξέγερση των Ιουδαίων κατά της Ρώμης το 66-70 Κ.Χ. Συνεπώς, ο Ρωμαίος διοικητής θα ήθελε πολύ να συλλάβει τον φερόμενο ως αρχηγό μιας τέτοιας ομάδας.

[Εικόνα στη σελίδα 15]

Παλιό ασκί

[Εικόνα στη σελίδα 15]

Καλλιτεχνική απόδοση ξιφοφόρου